Δευτέρα 28 Απριλίου 2008

ΚΛΕΙΤΟΣ ΚΥΡΟΥ: ''Θα ξανάρθω για να κατοικήσω και πάλι σ' αυτή την γη, αλλά όχι σαν ποιητής."


Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΣΠΗΛΑΙΩΝ

Ξαφνικά διαπιστώνεις πως απόμεινες μόνος
Απαριθμείς τους φίλους σου πόσοι πεθάναν
Πόσοι αποτραβηγμένοι στα σπίτια τους άλλοι
Χαμένοι στην καθημερινή τύρβη πιασμένοι
Στη μέγγενη σηκώνουν τα χέρια νιώθεις πια
Την ανάγκη να ξαναπροσφύγεις στην ποίηση
Που απαρνήθηκες πριν τόσα χρόνια να σε δονήσει
Πάλι το γνώρισμο σπαρτάρισμα των λέξεων μέσα
Στο αίμα σου πριν ξεχυθούν για το παιχνίδι
Των συναρμολογήσεων τώρα που βρίσκεσαι
Πάνω κι έξω απ' τα πάθη τώρα που οι πόλεις
Γίνονται κάθε μέρα όλο και πιο απάνθρωπες
Άγρια θηρία κυκλοφορούν στους δρόμους ο αέρας
Σάπιος τρέχεις κυνηγημένος για το σπίτι

Εκεί κλείνεις πόρτες κλείνεις παράθυρα κλείνεις
Τ' αυτιά σου και το στόμα σου φοράς την προβιά
Και στρώνεσαι όλη νύχτα στο παιχνίδι της μνήμης.

Οι κατασκευές (1949-1979)
Αθήνα, Κέδρος, 1980 σελ. 168


Και πράγματι, εκείνο που αμέσως διακρίνει κανείς στην πρώτη από τις παραπάνω συλλογές, Τα πουλιά και η αφύπνιση που ωστόσο το πρώτο μέρος της είχε ήδη κάνει την εμφάνισή του από τον συγκεντρωτικό, υπό τον τίτλο Κατασκευές (1949-1979), τόμο του 1980, είναι μια διάθεση ανυποχώρητου μονωτισμού ο οποίος όμως κρατά πάντα σε μια εγρήγορση, εμφανέστατη, τη μνήμη. Ο εχθρός πλέον εδώ διακρίνουμε να έρχεται με άλλον μανδύα και η έλλειψη ονείρου ωθεί σε μια, σε άλλη βάση πια, εκ νέου προσφυγή στην ποίηση. Μια προσφυγή, που γίνεται σαφέστερη στην αμέσως επόμενη συλλογή του Κλείτου Κύρου με τον δηλώνοντα πολλά τίτλο Περίοδος χάριτος, στις σελίδες της οποίας το φάσμα του θανάτου πλανάται από σελίδα σε σελίδα, θα λέγαμε. Σπαράγματα θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε τα ποιήματα αυτής της συλλογής, ίσως της πιο μεστής και της πιο ζοφερά αληθινής από όλε τις μέχρι τώρα του Κλείτου Κύρου.

Γιώργος Μαρκόπουλος
ποιητής
Περιοδ. Ο ΠΟΛΙΤΗΣ, Νο 48, 2-1998


Το τέλος μιας εποχής

Πληκτρολογείται ανεπαισθήτως
Όπως θα έλεγε κι ο Αλεξανδρινός
Το τέλος μιας ολόκληρης εποχής

Πού θα καταγράφονται του λοιπού
Τόσα σκιρτήματα τόσα όνειρα φτερωτά
Οι ποιητές θα φεύγουν πάντοτε
Χωρίς ν' αφήνουν πίσω τους χειρόγραφα
Χωρίς ν' αφήνουν ίχνη από την πάλη τους
Με τον γνωστόν εκείνον Δαίμονα
Που τόσο τους ξεμυάλιζε όσο ζούσαν

Η Ποίηση θα καταντήσει τελικώς
Ένα πολικό τοπίο

10 Ιουλίου 1999

Περιοδ. Εντευκτήριο, Νο 58, 7-9ος 2002

Αργία

Μέσα μου ένας κορυδαλλός
Ποδοπατούσε τη φωνή μου

Κλείστε τα παράθυρα
Να μη φύγουν τα πουλιά
Έκανα γοερά νοήματα

Παραμόνευα ένα σκίρτημα λόγου
Κρατώντας μολύβι στο χέρι
Μέσα στα βραχνά μεσάνυχτα

Ήταν μια νύχτα αργίας
Τα πρατήρια ονείρων
Λειτουργούσανε τη μέρα

Η δύναμη των λέξεων

Τα πρωινά μεταμφιέζεται
Σε παραγγελιοδόχο
Σ' εξομολογητή
Σ' αιλουροειδές

Τα βράδια
Μεταμφιέζει τις λέξεις
Σε βόμβες βυθού
Σ' αερόλιθους

Κοιμάται ήρεμος
Πάνω σ' αναμμένα κάρβουνα
Κι ονειρεύεται δέντρα

Η ποίηση

Ένας πυρετός στο αίμα μια θηλιά στο λαιμό μηνίγγια που βροντοχτυπούν φωνές που σε προστάζουν κρύψου σ' ακούν τα θηλυκά φωνήεντα να στιγκλίζουν στο σκοτάδι διάττοντες ν' αργοπεθαίνουν χρώματα να στροβιλίζουν κι η διάγνωση κατηγορηματική ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ λέξεις διάφανες να συνωθούνται μέσα σου συνταιριάζονται πλέουν σε μια θάλασσα φωτός φωτιάς ποτισμένες στο αίμα της καρδιάς σου καταγράφουν περιγράφουν κι ο Ποιητής η μόνη αληθινή αυθόρμητη γνήσια φωνή


Σ' έναν κόσμο συναλλαγών η Ποίηση δε συναλλάσσεται Σ' έναν κόσμο φθοράς η Ποίηση παραμένει άφθαρτη Είναι μια αρρώστια που σε σιγοκαίει όπως ο έρωτας και η θέρμη Συμπτώματα: συμπεριφορά παιδιού καθαρό μυαλό και μάτι που τρυπάει σκοτάδια και καπνούς Όπου Ποίηση και αλήθεια Φάρμακο για τη μοναξιά και τους πόνους της καρδιάς Δε χρειάζεται φίλτρο Χρήση εσωτερική Και προπαντός υπόθεση προσωπική


Μέσα σε πλήθη τυμβωρύχων φαρισαίων κι επιτήδειων κάτω απ' τους όγκους μολυσμένου περιβάλλοντος πίσω και πέρα και πάνω απ' τον ηλιοβόρο χρόνο πάντοτε θα ξεπροβάλλει η Ποίηση για την πιο μεγάλη αναμέτρηση του ανθρώπου

Από τη συλλογή Τα πουλιά και η αφύπνιση (1987)


Η φωνή και ο ποιητής

Μια φωνή σβήνει στη γωνιά του δρόμου μια φωνή
Ανάβει στα ψηλά πατώματα θα κατεβεί σιγά
Σιγά τα σκαλοπάτια θα ψαύσει τη γη θα τρυπώσει
Μέσα στη γη θα βυθίζεται ολοένα και πιο βαθιά
Θα την καταπατούν άγρια θηρία λοστοί ρόδες
Αυτοκινήτων σίδερα και τσιμέντα ο ήχος της
Θα 'χει κραδασμούς φωτιάς θα μοιάζει με παράπονο
Ερωτικό θα ρυτιδώνει τη σιωπή απλωμένο λάδι

Ο ποιητής θα γονατίσει τρυφερός
Θα σκαλίσει το χώμα
Θα την πάρει στην παλάμη του
Να τη φυτέψει στη γλάστρα

Την άνοιξη θ' ανθίσουν πολλές μικρές φωνές

Από τη συλλογή Κλειδάριθμοι (1963)
Πηγή: translatum.gr


Ο Κλείτος Κύρου γεννήθηκε το 1921 στη Θεσσαλονίκη, την οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ. Σπούδασε Νομική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και εργάστηκε επί 32 χρόνια ως ανώτερος τραπεζικός υπάλληλος. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους, αλλά συνάμα και σεμνότερους εκφραστές της ποίησης της Θεσσαλονίκης. Παρ' όλα αυτά, την ποίηση τη χαρακτήριζε «πυρετό στο αίμα» και «θηλιά στον λαιμό». Παιδικός φίλος του Μανώλη Αναγνωστάκη, βρέθηκαν στους ίδιους πνευματικούς κύκλους της πόλης και τον ακολούθησε λίγους μήνες μετά και τον δικό του χαμό.

Στη διάρκεια της Κατοχής ήταν μέλος της ομάδας φοιτητών που εξέδιδε το περιοδικό «Ξεκίνημα». Πήρε μέρος στην αντίσταση κατά των Γερμανών κατακτητών και είχε ενεργό ανάμιξη στους κοινωνικούς αγώνες στα χρόνια που ακολούθησαν. Εργάστηκε ως επί το πλείστον στον τραπεζικό τομέα. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του ΚΘΒΕ (1974-1976). Ασχολήθηκε με την ποίηση, τη μετάφραση, το θέατρο, τη φωτογραφία και την κριτική τού κινηματογράφου.

Το 1988 του απονεμήθηκε το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το βιβλίο του «Τα πουλιά και η αφύπνιση», το οποίο δεν δέχτηκε. Το 1992 βραβεύτηκε από την Ελληνική Εταιρεία Μεταφραστών Λογοτεχνίας για τη μετάφραση του έργου τού Μάρλοου «Δόκτωρ Φάουστους» και το 1994 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης για την τραγωδία τού Σέλεϊ «Οι Τσέντσι». Το 2005 η Ακαδημία Αθηνών τού απένειμε για το σύνολο του ποιητικού του έργου, το βραβείο «Ουράνη».

Το σύνολο του έργου του (1943-1997) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αγρα». Εγραψε τις ποιητικές συλλογές «Αναζήτηση», «Σε πρώτο πρόσωπο», «Κραυγές της νύχτας», «Κλειδάριθμοι», «Απολογία», «Απολογία Β'», «Οι κατασκευές», «Τα πουλιά και η αφύπνιση», «Περίοδος χάριτος και άλλα ποιήματα», «Ο πρωθύστερος λόγος», «Εν όλω, συγκομιδή 1943-97», «Σχολές τυφλών, ένα ποίημα», «Οπισθοδρομήσεις» μετέφρασε ποιήματα των Λόρκα, Μακ Λις, Τ. Σ. Ελιοτ, Σαντράρ, Γκ. Απολινέρ, Γ. Χ. Οντεν και θεατρικά έργα των Φ. Γκ. Λόρκα, Τζον Φορντ, Κρ. Μάρλοου, Π. Μπ. Σέλεϊ.

Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά, ρωσικά, πολωνικά, βουλγαρικά, καθώς και στα αραβικά.

Στον Όλυμπο με ένα ποίημά του ο Κλείτος Κύρου που άφησε την τελευταία του πνοή από ανακοπή, εξαιτίας αναπνευστικών προβλημάτων, στις 10 Απρίλη του 2006, σε ηλικία 85 χρόνων.


''Θα ξανάρθω για να κατοικήσω και πάλι
σ' αυτή την γη, αλλά όχι σαν
ποιητής''.

Αυτούς τους στίχους απο το ποίημά του με τίτλο ''Το κίνητρο'' που είχε γράψει ο Κλείτος Κύρου επέλεξαν οι οικείοι του για να συνοδεύσουν την τελετή διασκορπισμού της τέφρας του στον Όλυμπο. Στη διάρκεια της τελετής που έγινε στη θέση Πριόνια του Ολύμπου, ακουγόταν η μαγνητοφωνημένη φωνή του να απαγγέλει τους στίχους αυτούς. Όπως επιθυμούσε ο ίδιος, η σορός του μεταφέρθηκε στη Βουλγαρία για να αποτεφρωθεί. Χθες το μεσημέρι η σύζυγός του Φιλιώ και τα παιδιά του μαζί με δεκάδες φίλους και ομοτέχνους του ποιητή διασκόρπισαν την τέφρα του στον Όλυμπο και τον αποχαιρέτησαν.

Απο την ''Ε''

Με παρελάσεις... με στεφάνια.
Τι πένθος!
Να θυμόμαστε κάθε χρόνο πόσο οι νεκροί
είναι ξεχασμένοι.

Γ. Ρίτσος

Και πού χρόνος. Ούτε εβδομάδα καλά καλά δεν πέρασε και είχαμε όλοι, άλλος λίγο άλλος πολύ, ξεχάσει. Αυτά. Στις 10 Απριλίου 2007 πάλι...
Παραμονές κάποιας επερχόμενης Μεγαλοβδομάδας.

A-thanasios στους Εκφραστές

Του 2008... και αν... Αθανάσιε. Κάποιοι όμως επιμένουμε να θυμόμαστε... έστω, αραιά και πού.

Σάββατο 26 Απριλίου 2008

Εμμανουήλ Ροΐδης: «Η αθυροστομία είναι επίσης αναγκαία εις τους σατυρικούς όσον η υποκρισία εις τους ιερείς».



O Ροΐδης θα είναι πάντα επίκαιρος γιατί δεν δίστασε ποτέ να πει ότι πραγματικά σκεφτόταν. Πνεύμα ανατρεπτικό, λεπτή ειρωνία, γλωσσική φινέτσα, σατυρικό ύφος. Αξεπέραστος τεχνίτης του λόγου και από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της επικράτησης της δημοτικής, σαν επίσημης γλώσσας. Μια κι εδώ λοιπόν γιορτάζουμε την Ποίηση και τους Ποιητές μας, αντιγράφω από τα «Ανθελληνικά» του, μερικές ανέκδοτες σκέψεις από το λεύκωμά του. Απόλαυση... και εδώ και σατυρίζοντας στον Ασμοδαίο και παντού και πάντα.

«Ο αληθής ποιητής πρέπει να ομοιάζη την δρυν, ήτις όσον υψηλότερα αίρει την κεφαλήν προς τον ουρανόν, τόσον βαθύτερον βυθίζει την ρίζαν εις την γην».

«Αληθής μυθιστοριογράφος λέγεται σήμερον ο μη αρκούμενος ν' αφαιρέσει το ένδυμα των ηρωίδων του, αλλ' αφαιρών και αυτό το δέρμα ίνα δείξει τα σπλάχνα των οποία είναι».

«Το απλώς επωφελές και χρήσιμον δεν είναι ποιητικής εξυμνήσεως δεκτικόν».

«Ποιητικωτάτη γυνή ήθελεν είναι η απαιτούσα ως η Τροία δεκαετή πολιορκίαν πριν ή παραδοθή».

«Ο ωφελιμότερος τρόπος να μεταχειρίζωνται μερικοί άνθρωποι το μελάνι των θα ήτο αν εμαύριζαν με αυτό τα υποδήματά των».

«Η αθυροστομία είναι επίσης αναγκαία εις τους σατυρικούς όσον η υποκρισία εις τους ιερείς».

Αφιερωμένο στον φίλο Ροΐδη :)

KARIN KIWUS: Στους Ποιητές! Ο κόσμος αποκοιμήθηκε...Ξυπνήστε τον ξανά... για μια μακριά παρτίδα πραγματικότητα, ανίκητο στο παιχνίδι.



ΣΤΟΥΣ ΠΟΙΗΤΕΣ - KARIN KIWUS

Ο κόσμος αποκοιμήθηκε
την ώρα της γέννησής σας

μόνος, με τα καθημερινά του όνειρα.
Ξυπνήστε τον ξανά,

σκληρό και γλυκό και άγριο
για μιά περιπέτεια

για μια μακριά παρτίδα πραγματικότητα,
ανίκητο στο παιγνίδι.

Karin Kiwus (1942- )
απόδοση Γ.Κ. ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ


Η Karin Kiwus γεννήθηκε στις 9 Νοεμβρίου του 1942 στο Βερολίνο. Σπούδασε Δημοσιογραφία, Γερμανικές και Πολιτικές Επιστήμες και τώρα εργάζεται ως εκδότρια κι επίσης διδάσκει στο πανέπιστήμιο του Austin, στο Texas.
"Von beiden Seiten der Gegenwart". Poems, 1976. "Vom Essen und Trinken", 1978. "Angenommen später" Poems, 1979. "Nach dem Leben" Gedichte, 2006

λέξεις αιμόφυρτες χτυπούν μπερδεύονται κι ακροβατούν φωλιάζουν κι εξεγείρονται σκοντάφτουν και παιδεύουν με τις φθαρμένες σόλες τους αλήτικα χορεύουν


Claude Monet, Η κίσσα


Λογόρροια

στις κόχες
σε σπασμένα δόντια
ανάμεσα
εκεί
που χρόνια ολόκληρα
ζωής κομμάτια
φτύνω

λέξεις κουβάρια λέξεις

εκεί
στα ίδια κιόσκια
λέξεις αιμόφυρτες χτυπούν
μπερδεύονται κι ακροβατούν
φωλιάζουν κι εξεγείρονται
σκοντάφτουν και παιδεύουν
με τις φθαρμένες σόλες τους
αλήτικα χορεύουν

σε πτώσεις επιδίδονται
θύτες κι αυτόχειρες μαζί
ζυγίζουν και ζυγίζονται
αγριεύουν και μερεύουν

χυμούν και καθρεφτίζονται
γκρεμίζονται, τσακίζονται
μα πάντα περισσεύουν

Έφη Καλογεροπούλου


Πέμπτη 24 Απριλίου 2008

Blaise Cendrars: Με το τσιγάρο στα χείλη, ένας από τους σπουδαιότερους μποέμ ποιητές του περασμένου αιώνα!



Η ΠΡΟΖΑ ΤΟΥ ΥΠΕΡΣΙΒΗΡΙΚΟΥ
ΚΑΙ
ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ

Μετάφραση: Κλείτος Κύρου

Τον καιρό εκείνο ήμουν στην εφηβεία μου
Στα δεκάξι σχεδόν κι ούτε θυμόμουν πια τα παιδικά μου χρόνια
16.000 χιλιάδες λεύγες μακριά από τον τόπο που γεννήθηκα
Ήμουν στη Μόσχα, στην πόλη με τα χίλια τρία καμπαναριά και τους εφτά σταθμούς
Και δεν μου αρκούσαν εφτά σταθμοί και χίλιοι τρεις πύργοι
Γιατί ήταν τότε η εφηβεία μου τόσο φλογερή και τόσο παράλογη
Που η καρδιά μου φλεγόταν, διαδοχικά, σαν της Εφέσου το ναό ή σαν την Κόκκινη
Πλατεία της Μόσχας όταν βασιλεύει ο ήλιος
Και τα μάτια μου φώτιζαν αρχαίες φωνές
Κι ήμουν ήδη τόσο κακός ποιητής
Ώστε δεν ήξερα να προχωρήσω μέχρι τέλους.

Το Κρεμλίνο έμοιαζε μ' ένα τεράστιο γλύκισμα ταρταρικό
Με χρυσαφένια κρούστα,
Με τα μεγάλα αμύγδαλα των κατάλευκων καθεδρικών ναών
Και το μελένιο χρυσάφι απ' τις καμπάνες...
Ένας γερασμένος καλόγερος μού διάβαζε τον θρύλο του Νόβγκοροντ
Διψούσα
Κι αποκρυπτογραφούσα τα σφηνοειδή ψηφία
Ύστερα, ξάφνου, τα περιστέρια του Αγίου Πνεύματος πετούσαν πάνω απ' την πλατεία
Τα χέρια μου κι αυτά πετούσαν, με το πλατάγισμα του άλμπατρος
Κι ήταν αυτές οι τελευταίες αναμνήσεις της τελευταίας μέρας
Του ύστατου ταξιδιού
Και της θάλασσας.
(Απόσπασμα)

Εκδόσεις ΑΚΡΟΝ


Πηγή ποιήματος: Το εξαιρετικό ιστολόγιο του Γεροντάκου

Το βιβλίο αυτό στην πρωτότυπη μορφή του, εικονογραφήθηκε από την Ρωσίδα ζωγράφο, Sonia Delaunay, που είχε γεννηθεί στην Οδησσό το 1885 και πέθανε στο Παρίσι το 1979. Ήταν γυναίκα του επίσης ζωγράφου Robert Delaunay, που γεννήθηκε στο Παρίσι το 1885 και πέθανε στο Montpellier, το 1947.

Εμπνευσμένη από τον κυβισμό και τα χρώματα του Paul Gauguin, του Vincent van Gogh και των Ορφικών δημιούργησε ένα δικό της στυλ και θεωρήθηκε η βασίλισσα της art déco!

Συναντήθηκε και με τον Robert Doisneau φυσικά! Δείτε τις παρακάτω φωτογραφίες...























Η ζωή του Blaise Cendrars ήταν μια αληθινή περιπέτεια κι ένα μεγάλο ταξίδι. Γάλλος, ελβετικής καταγωγής, γεννήθηκε στο La Chaux-de-Fonds στο cantón de Neuchâtel, την 1η Σεπτέμβρη του 1887 και πέθανε στο Παρίσι, στις 21 Ιανουαρίου του 1961. Από πολύ μικρός ζόρισε τους γονείς του. Δραπέτευσε από το γερμανικό σχολείο που τον είχαν εσώκλειστο(και πολύ καλά έκανε!).

Τον ανακάλυψαν τελικά οι γονείς του στο Νεσατέλ και τον πίεσαν να πάει στην Οικονομική Σχολή, η οποία όμως δεν του άρεσε. Και αρχίζει η περιπέτεια... Στα 16 μόλις χρόνια το σκάει μ' ένα λαθρέμπορο τον Rogovine. Διασχίζει τη Γερμανία και φτάνει στη Μόσχα, που αυτή την περίοδο έβραζε κυριολεκτικά η επανάσταση, ταξιδεύει με τον υπερσιβηρικό για να κάνει μαγαζιά στην Ασία.

Όλα αυτά που έζησε τότε θα επηρεάσουν ολόκληρη τη ζωή του. Κατόπιν δούλεψε σε έναν Ελβετό κοσμηματοπώλη στην Πετρούπολη μέχρι το 1907. Στην αυτοκρατορική βιβλιοθήκη της οποίας ήταν τακτικότατο μέλος, γνώρισε έναν βιβλιοθηκάριο, τον Sozonov, ο οποίος τον ενθάρρυνε να γίνει συγγραφέας. Αρχίζει να σημειώνει τις αναγνώσεις του, τις σκέψεις του, συνήθεια που διατήρησε σε όλη τη ζωή του.

Αργότερα σπούδασε Ιατρική στη Βέρνη, ενώ λίγο πριν είχε κάνει τις πρώτες του εκδόσεις. Μετά ξαναγύρισε στην Πετρούπολη, αργότερα πήγε στη Νέα Υόρκη όπου τότε έγραψε και το υπέροχο ποίημα Πάσχα στη Νέα Υόρκη...

Ήθελε με πάθος να κατακτήσει τον κόσμο, ταξιδεύοντας από τη Νεάπολη στην Κίνα και από τη Ρωσία στις Ινδίες κι από την Αμερική σε όλη την Ευρώπη.

Το έργο του χαρακτηρίστηκε κατευθείαν από το ταξίδι και την περιπέτεια. Στην ποίησή του όπως και στην πρόζα του, στην έξαρση της νεωτεριστικότητας προστίθεται η θέλησή του να δημιουργήσει ένα μύθο όπου το φανταστικό μπλέκεται με το αληθινό.

Συμμετείχε στην γαλλική λεγεώνα των ξένων και πήρε μέρος στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1915, χάνει σε μάχη το δεξί του χέρι, το χέρι που έγραφε. Το χέρι που έπαιζε πιάνο... Αυτή η αναπηρία σημαδεύει βαθιά το έργο του κάνοντας τον να ανακαλύψει την ταυτότητα του σαν αριστερόχειρας. Η σχέση του με τη γραφή θα αλλάξει τελείως.

Ποιητής λοιπόν, συγγραφέας, ρεπόρτερ, κινηματογραφικός παραγωγός, σεναριογράφος, ιδρυτής περιοδικών κουλτούρας, άτομο κοινωνικό, ο Cendrars θα έχει μεγάλη επιρροή σε όλη την καλλιτεχνική αφρόκρεμα και στη λογοτεχνία στις αρχές του 20ου αιώνα. Το έργο του είναι μεγάλης πνοής και ένας ύμνος στη ζωή. Μία από τις σημαντικότερες ποιητικές παρουσίες της Παγκόσμιας Λογοτεχνικής Σκηνής.

















Ένα εξαιρετικό άρθρο από την «Αυγή», του Γιώργου Καραβασίλη, που με εκφράζει απόλυτα.


Η καταυγαστική ποίηση του (πολύπλαγκτου) Μπλαιζ Σαντράρ



« ... Ακαταπόνητος ταξιδιώτης, πολυμήχανος τυχοδιώκτης, δημιουργός τριών μεγάλων ποιημάτων που άνοιξαν καινούργιες λεωφόρους στη σύγχρονη ποίηση, ο Μπλαιζ Σαντράρ επιβάλλεται ανάμεσα στους λίγους εκείνους που με την πληθωρική τους παρουσία σφραγίζουν τον εικοστό αιώνα. Αρκεί να παρατηρήσουμε τη φλόγα των ματιών και τις ρυτίδες που έχουν οργώσει στο πρόσωπό του οι περιπέτειες της ζωής του, για να καταλάβουμε την ξεχωριστή του παρουσία.

Γόνος μιας πλούσιας ξεπεσμένης ελβετικής οικογένειας διέτρεξε από το ένα άκρο μέχρι το άλλο την υδρόγειο και στα τρία γνωστά χειμαρρώδη ποιήματά του, την Πρόζα του υπερσιβηρικού και της μικρής Ιωάννας της Γαλλίας, το Πάσχα στη Νέα Υόρκη και τον Παναμά ή οι περιπέτειες των επτά θείων μου, αποτύπωσε την ύστατη μνήμη ενός κόσμου που φτάνει στο τέλος του για να ξαναρχίσει πάλι την όποια τροχιά του.

Ανθρωπος που μελετούσε τους αποκρυφιστές, ενώ ταυτόχρονα πολεμούσε στη Λεγεώνα των Ξένων και ακρωτηριαζόταν το δεξί του χέρι, που αποκρυπτογραφούσε τη γραφή των Αζτέκων δουλεύοντας θερμαστής στα καράβια, κοσμοπολίτης που ξόδευε χιλιάδες φράγκα στα καμπαρέ και την άλλη μέρα μοιραζόταν μ' έναν κούλη το στρώμα του, λαθρέμπορος τη μια στιγμή πολύτιμων λίθων και την άλλη προσωρινός συγκάτοικος του Σαρλώ σε μια τρώγλη στο Λονδίνο, κίνησε το ενδιαφέρον και τον θαυμασμό των Ελία Ερενμπουργκ, Τζον ντος Πάσος, Ζυλ Συπερβιέλ και τόσων άλλων.

Αυτή η θρυλική φυσιογνωμία συγκαταλέγεται ανάμεσα στους Πωλ Βαλερύ, Πωλ Κλωντέλ, Σαιν-Τζων Περς, Βαλερύ Λαρμπώ και Γκυγιώμ Απολλιναίρ (ο οποίος κατηγορήθηκε ότι του έκλεψε την ιδέα του Πάσχα) ως ένας από τους ακούσιους εισηγητές της νεωτερικής γαλλικής αλλά και παγκόσμιας ποίησης, ένα βήμα πριν από τον υπερρεαλισμό. Ο Σαντράρ φαντάζει σαν ένας ποιητής ακατέργαστος (που δεν είναι), που κι αν ξέρει απ' έξω την ποίηση δεν δέχεται κανέναν δάσκαλο, περιφρονεί τη μόδα, προχωρεί οπλισμένος με θράσος μέσα στη βαθύτατη μοναξιά του που την απολαμβάνει, τη φορτίζει και τη μοιράζει παντού. Δεν χρησιμοποιεί καμιά κλαψιάρικη αισθηματολογία, συγκρούεται με τα δεδομένα μέτρα, αποφεύγοντας ταυτόχρονα τα μάταια τεχνάσματα, τη νοικοκυρεμένη γλώσσα. Ο Σαντράρ χτυπάει καίρια με τη σπάθη του, το χτύπημά του ακούγεται ξερό, απείθαρχο. Με μια σπάνια κυριαρχία πάνω στο υλικό του, χειρίζεται αριστοτεχνικά τη χυδαία γλώσσα, την τραχιά φράση που συγκρούεται νοηματικά κάποτε με την επόμενη, κι εδώ βρίσκεται ένα από τα στοιχεία ή τα στοιχειά της γοητείας του. Η ποίησή του εξάλλου χαρακτηρίζεται από ποικιλία διαθέσεων, που εναλλάσσονται χάρη σ' έναν κινηματογραφικό, προσωπικό ρυθμό. Μην ξεχνάμε πως είχε ασχοληθεί ενεργά και με τον κινηματογράφο.

Κι αν έχει ταξιδέψει πολύ κι έχει αφομοιώσει τον κόσμο, ποτέ δεν ξεπέφτει στον κίνδυνο του εξωτισμού, του κουλέρ λοκάλ, του γλυκερού κοσμοπολιτισμού. Ρουφά διεγερτικά χυμούς πόλεων, τοπίων και προσώπων, οι συγκεκριμένες ατμόσφαιρες τον περιτυλίγουν, στιγμές και περιστατικά τον καθηλώνουν και εκτινάσσονται μέσα από πυκνούς κυματισμούς της κραυγής του.

Μια κραυγή που λειτουργεί αφοπλιστικά, μ' όλο τον πληθωρισμό του λόγου, και υπονομεύει και υπερβαίνει την πραγματικότητα.

Καταυγαστική ποίηση. Μια ποίηση σπάταλα χαρισμένη στο σύμπαν, επίκαιρη και διαχρονική, αλλά και προφητική που προειδοποιεί όλους μαζί και καθέναν χωριστά».

ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ - «ΑΥΓΗ»




Τρίτη 22 Απριλίου 2008

Σ' έναν ουρανό δυσανάγνωστο ζωγράφισα τους αγγέλους μου...

Ποιητική τέχνη

Σ' έναν ουρανό δυσανάγνωστο ζωγράφισα τους αγγέλους μου
κι είναι εκεί που μάχονται για την ψυχή μου,
και τη νύχτα με καλούν από τη μια ή την άλλη μεριά:
όχι τη μέρα,
γιατί το φως τους κλέβει τη λέξη.

Pedro Lastra
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Ο Pedro Lastra είναι Χιλιανός ποιητής που γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου του 1932 στην Quillota. Από το 2004 ζει στη Νέα Υόρκη. Υπήρξε καθηγητής και ερευνητής της χιλιανής λογοτεχνίας και λογοτεχνικός σύμβουλος των πανεπιστημιακών εκδόσεων της Χιλής, καθώς και καθηγητής της ισπανοαμερικάνικης λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο Stony Brook της Νέας Υόρκης.


Auguste Rodin, Ο Ποιητής και η Μούσα του, Μουσείο Hermitage


Auguste Rodin, Ο Ποιητής και η Μούσα του, Μουσείο Hermitage

Κρέμασα το ποίημά μου σ' ένα ψηλό κλαδί.


Yevgeny Aleksandrovich Yevtushenko

Ρώσος ποιητής και σκηνοθέτης που γεννήθηκε το 1933 στο Ιρκούτσκ, περιοχή της Σιβηρίας. Τώρα μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, όπου διδάσκει Ρωσική και Ευρωπαϊκή Ποίηση, αλλά και Ιστορία του Κινηματογράφου στο University of Tulsa στην Oklahoma και στο Queens College of the City University της Νέας Υόρκης.

ΚΡΕΜΑΣΑ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΜΟΥ

Κρέμασα το ποίημά μου
σ' ένα ψηλό κλαδί.
Κοίτα το
που χτυπιέται με τον άνεμο.
Ξεκρέμασέ το,
μου είπες,
σταμάτα το μαρτύριό του.
Ξαφνιασμένοι οι διαβάτες
το βλέπουν τόση ώρα!
Το δέντρο χαιρετά,
κινώντας το ποίημά του.
Δεν υπάρχει τίποτα για απάντηση.
Πρέπει να φύγουμε.
-Θα το απαρνηθείς;
Μάλλον.
Μα μη φοβάσαι, αύριο ένα άλλο θα 'χει την ίδια τύχη.
Θα' πρεπε να ξοδεύομαι σε τέτοια παιχνίδια;
Ένα ποίημα δεν βαραίνει πολύ το κλαδί ενός δέντρου.
Θα γράψω για σένανε όσα θελήσεις,
τόσους στίχους
όσα και δέντρα υπάρχουν.
Κι ύστερα τι θ' απογίνει μ' εμάς τους δυο;
Ίσως όλα αυτά να τα ξεχάσουμε πολύ γρήγορα;
Όχι!
Λίγο να μας πιάσει η κούραση στο δρόμο
και θα μπορέσουμε να ξαναδούμε
το μέρος
που ολόλαμπρο
το δέντρο
χαιρετά,
κινώντας το ποίημά του.
Τότε θα ξανά 'ρθει το χαμόγελό μας.
-Πάμε!

Yevgeny Aleksandrovich Yevtushenko
μτφρ. Ανδρέας Καραντώνης
Ηχώ, Μεταφράσεις ποιημάτων
εκδ. Γνώση, 1982, σσ. 180-181


Κυριακή 20 Απριλίου 2008

...κι οι ποιητές κοιμούνται σαν τους κλέφτες, με το αυτί τεντωμένο στην άγνωστη λέξη.

ΝΥΧΤΕΡΙΝΕΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΕΣ

Ήσυχη βροχή, τα φωτισμένα τζάμια των καφενείων
μια φυσαρμόνικα κάπου μακριά βαθαίνει
ως το άπειρο τη νύχτα
κι οι ποιητές κοιμούνται σαν τους κλέφτες,
με το αυτί τεντωμένο
στην άγνωστη λέξη.

Τάσος Λειβαδίτης
Ο τυφλός με το λύχνο
εκδόσεις Κέδρος

Σάββατο 19 Απριλίου 2008

Θα άφηνα σ' αυτό το βιβλίο την ψυχή μου όλη...Lorca


ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Θα άφηνα σ' αυτό το βιβλίο
την ψυχή μου όλη.
Αυτό το βιβλίο που είδε
μαζί μου τοπία
και έζησε άγιες ώρες.

Τί κρίμα που τα βιβλία
ενώ μας γεμίζουν τα χέρια
με τριαντάφυλλα κι αστέρια
να περνούν αργά!

Τί θλίψη τόσο βαθιά
να κοιτάς τα τέμπλα
των βασάνων και των πόνων
που αντέχει μια καρδιά!

Βλέπεις να περνούν τα φαντάσματα
των ζωών που χάθηκαν
βλέπεις τον άνθρωπο γυμνό
σαν Πήγασο χωρίς φτερά,

Βλέπεις τη ζωή και το θάνατο,
τη σύνθεση του κόσμου,
που σε βαθείς χώρους
κοιτάζονται κι αγκαλιάζονται.

Ένα βιβλίο με ποιήματα
είναι φθινόπωρο νεκρό.
Οι στίχοι είναι τα μαύρα
φύλλα σε άσπρα χώματα.

Και η φωνή που τους διαβάζει
είναι η πνοή τ' ανέμου
που τους μπήγει στα στήθη
-νοσταλγίας αποστάσεις-

Ο ποιητής είναι ένα δέντρο
με καρπούς από θλίψη
και με μαραμένα φύλλα
που κλαίνε ό,τι αγαπάει.

Ο ποιητής είναι το μέντιουμ
της ίδιας της Φύσης
που εξηγεί το μεγαλείο της
μέσα απ' τις λέξεις.

Ο ποιητής κατανοεί
όλα τα ανεξήγητα
και τα πράγματα που μισούνται
αυτός, φίλους τα αποκαλεί.

Στα βιβλία των στίχων,
ανάμεσα σε τριαντάφυλλα από αίμα,
περνούν θλιμμένα
και αιώνια καραβάνια

που έκαναν τον ποιητή
όταν κλαίνε τα βράδια,
να κυκλώνεται και να ζώνεται
από τα φαντάσματά του.

Η ποίηση είναι πίκρα,
ουράνιο μέλι που ρέει
από μια αόρατη κυψέλη
που φτιάχνουν οι ψυχές.

Η ποίηση είναι το αδύνατο
που γίνεται δυνατό. Άρπα
που έχει για χορδές
καρδιές φλόγες.

Η ποίηση είναι η ζωή
που διασχίζουμε με αγωνία
περιμένοντας αυτόν που θα πάρει
τη βάρκα μας χωρίς κατεύθυνση.

Βιβλία με γλυκούς στίχους
είναι αστέρια που περνούν
από τη βουβή σιωπή
στο βασίλειο του Τίποτα,
γράφοντας στον ουρανό
τις ασημένιες στροφές τους.

Ω! τί πληγές τόσο βαθιές
που ποτέ δε θεραπεύτηκαν
οι πονεμένες φωνές
των ποιητών που τραγουδούν!

Θα άφηνα σ' αυτό το βιβλίο
την ψυχή μου όλη....

Federico García Lorca
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Tώρα, κάθομαι μες στη νύχτα και σκέφτομαι, πως ίσως πια μπορώ να γράψω ένα στίχο, αληθινό.


Θυμάμαι παιδί που έγραψα κάποτε τον πρώτο στίχο μου. Από τότε ξέρω ότι δε θα πεθάνω ποτέ - αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα.

Οι ποιητές...

«Δεν είμαστε πια ποιητές
παρά μονάχα σύντροφοι
με μεγάλες πληγές
και πιο μεγάλα όνειρα.»

«Φτωχοί λαθρεπιβάτες πάνω στις φτερούγες των πουλιών την ώρα που πέφτουν χτυπημένα.»

και


«Ύποπτοι θαυματοποιοί που πυροβολούν τις λέξεις και γίνονται πουλιά »

κι ακόμα


«Φτωχοί που περνάνε στους δρόμους,
κρύβοντας στα φαρδιά
ξεχειλωμένα πανωφόρια τους
κάποιον ποιητή,
που τον αρνήθηκε η τύχη
ή τον ξεγέλασαν οι περιστάσεις,
αλλά που τους χαρίζει καμιά φορά
τα πιο ωραία τους δάκρυα. »


Ο ποιητής...

Προσπαθεί να φαίνεται ήρεμος.
Να μοιάζει με τους άλλους.
Κι είναι στιγμές που το κατορθώνει.
Όμως τις νύχτες δεν μπορεί να κοιμηθεί.
Οι μεγάλες φτερούγες του δε χωράνε μέσα στον ύπνο.

η ποίηση...

«... ένα παιχνίδι
που τα χάνεις όλα,
για να κερδίσεις ίσως
ένα άπιαστο αστέρι.»


Έζησα τα πάθη σα μια φωτιά, τάδα ύστερα να μαραίνονται
και να σβήνουν,
και μ' όλο που ξέφευγα απόνα κίνδυνο, έκλαψα
γι' αυτό το τέλος που υπάρχει σε όλα. Δόθηκα στα πιο μεγάλα
ιδανικά, μετά τ' απαρνήθηκα,
και τους ξαναδόθηκα ακόμα πιο ασυγκράτητα. Ένοιωσα
ντροπή μπροστά στους καλοντυμένους,
και θανάσιμη ενοχή για όλους τους ταπεινωμένους και τους
φτωχούς,
είδα τη νεότητα να φεύγει, να σαπίζουν τα δόντια,
θέλησα να σκοτωθώ, από δειλία ή ματαιοδοξία,
συχώρεσα εκείνους που με σύντριψαν, έγλειψα εκεί που
έφτυσα,
έζησα την απάνθρωπη στιγμή, όταν ανακαλύπτεις, πλέον
αργά, ότι είσαι ένας άλλος
από κείνον που ονειρευόσουνα, ντρόπιασα τ' όνομά μου
για να μη μείνει ούτε κηλίδα εγωισμού απάνω μου ―
κι ήταν ο πιο φριχτός εγωισμός. Tις νύχτες έκλαψα,
συνθηκολόγησα τις μέρες, αδιάκοπη πάλη μ' αυτόν τον
δαίμονα μέσα μου
που τα ήθελε όλα, τούδωσα τις πιο γενναίες μου πράξεις,
τα πιο καθάρια μου όνειρα
και πείναγε, τούδωσα αμαρτίες βαρειές, τον πότισα αλκοόλ,
χρέη, εξευτελισμούς,
και πείναγε. Bούλιαξα σε μικροζητήματα
φιλονίκησα για μιας σπιθαμής θέση, κατηγόρησα,
έκανα το χρέος μου από υπολογισμό, και την άλλη στιγμή,
χωρίς κανείς να μου το ζητήσει
έκοψα μικρά-μικρά κομάτια τον εαυτό μου και τον μοίρασα
στα σκυλιά.

Tώρα, κάθομαι μες στη νύχτα και σκέφτομαι, πως ίσως πια
μπορώ να γράψω
ένα στίχο, αληθινό.

Τάσος Λειβαδίτης

Τετάρτη 16 Απριλίου 2008

Cesare Pavese: Οι μεγάλοι ποιητές είναι σπάνιοι, όπως και οι μεγάλοι εραστές.


22

Και προπαντός μη λησμονείς ότι το να κάνεις ποιήματα είναι σα να κάνεις έρωτα: ποτέ δε θα μάθεις αν τη χαρά σου τη συμμερίζεται ο άλλος.

23

Οι μεγάλοι ποιητές είναι σπάνιοι, όπως και οι μεγάλοι εραστές. Δεν αρκούν οι θολές λαχτάρες, οι μανίες και τα όνειρα· χρειάζεται το σπουδαιότερο: τα βαρβάτα αρχίδια. Ότι μ' άλλα λόγια ονομάζεται: ολύμπιο βλέμμα.


Cesare Pavese
1908-1950
Il mestiere di vivere
Μετάφραση:Παναγ.Κονδύλη


Vladimir Mayakovsky: Οι ποιητές που μούλιασαν στα κλάματα και στ' αναφυλλητά...



...Οι ποιητές
που μούλιασαν στα κλάματα και στ' αναφυλλητά
λακίσαν απ' το δρόμο
τινάζοντας ακατάδεχτα τα τσουλούφια τους.

«Πώς με δυό τέτοιες λέξεις
να τραγουδήσεις
την δεσποινίδα
και τον έρωτα
και το τριανταφυλλάκι με τις δροσοσταλίδες;»

Και πίσω από τους ποιητές
τρέχουν τα πλήθη του δρόμου:
Φοιτητές,
πόρνες,
εργολάβοι.
...

Vladimir Mayakovsky
Σύννεφο με παντελόνια
Μετ Γ.Ρίτσος

Τρίτη 15 Απριλίου 2008

αν είν' αλήθεια πως είμαι ποιητής από χάρη του Θεού -ή του δαίμονα- είναι εξίσου αλήθεια ότι είμαι ποιητής χάρη στην τεχνική και την προσπάθεια...


Federico Garcia Lorca, Emily Tarleton


Στο βιβλίο του «Εκλογή Ποιημάτων» ο Λόρκα λέει για την Ποίηση!

«Μα τί να σου πω για την Ποίηση; Τί να σου πω γι' αυτά τα σύννεφα, γι' αυτό τον ουρανό; Να τα κοιτάζω, να τα κοιτάζω, να τα κοιτάζω και τίποτ' άλλο.
Καταλαβαίνεις πως ένας ποιητής δεν μπορεί να πει τίποτα για την Ποίηση· ας τ' αφήσουμε αυτά στους κριτικούς και τους δασκάλους. Μα ούτε εσύ, ούτε εγώ, ούτε κανένας ποιητής, δεν ξέρουμε τι είναι Ποίηση. Είναι εκεί! κοίταξε. Έχω τη φωτιά μέσα στα χέρια μου, το ξέρω και δουλεύω τέλεια μαζί της, μα δεν μπορώ να μιλήσω γι' αυτή χωρίς να κάνω φιλολογία.
Καταλαβαίνω όλες τις ποιητικές τέχνες. Θα μπορούσα να μιλήσω γι' αυτές, αν δεν άλλαζα γνώμη κάθε πέντε λεπτά. Δεν ξέρω. Ίσως μια μέρα ν' αγαπήσω πολύ την κακή ποίηση, όπως αγαπώ σήμερα την κακή μουσική, παράφορα. Θα κάψω ένα βράδυ τον Παρθενώνα για ν' αρχίσω να τον χτίζω το πρωί και να μην τον τελειώσω ποτέ.
Στις διαλέξεις μου μίλησα κάποτε για την Ποίηση, αλλά το μόνο για το οποίο δεν μπορώ να μιλήσω είναι η ποίησή μου. Όχι γιατί δεν έχω συνείδηση του τι κάνω. Αντίθετα, αν είν' αλήθεια πως είμαι ποιητής από χάρη του Θεού -ή του δαίμονα- είναι εξίσου αλήθεια ότι είμαι ποιητής χάρη στην τεχνική και την προσπάθεια, και γιατί κατέχω απόλυτα του τι είναι ποίημα.»

Shelley: Υπεράσπιση της Ποίησης


ΣΕΛΛΕΫ

Η γλώσσα των ποιητών είναι ζώσα μεταφορά· επισημαίνει τις μέχρι πριν ακατανόητες σχέσεις των πραγμάτων, τις καθιστά αιώνιες, έως ότου οι λέξεις που τις αναπαριστούν με το πέρασμα του χρόνου γίνουν σημεία αναλογιών, κατηγορίες ιδεών...

ΕΛΥΤΗΣ

Το φαινόμενο της γλώσσας... δεν είναι διόλου το άθροισμα μερικών λέξεων - συμβόλων των πραγμάτων, αλλά μια ηθική δύναμη που η ανθρώπινη διάνοια την κινητοποιεί ωσάν να προϋπάρχει από τα πράγματα.

ΣΕΛΛΕΫ

Ο ποιητής μετέχει στο αιώνιο, το απέραντο και το ένα. Στη σκέψη του χρόνος, τόπος και αριθμός δεν υφίστανται.

ΕΛΥΤΗΣ

Ο αληθινός ποιητής δεν καταδέχεται να περισσολογεί, να ζωγραφίζει, να ξαναθυμίζει. Κάνει ορατό το αόρατο, αισθητό το νοούμενο, πραγματικό το μη πραγματικό...

ΣΕΛΛΕΫ

Σκοπός [του ποιητή ] δεν είναι να θεωρεί μόνο το παρόν ως έχει... αλλά μέσα στο παρόν να διακρίνει το μέλλον. Οι σκέψεις του δεν είναι παρά οι σπόροι των λουλουδιών και των καρπών του μέλλοντος χρόνου.

ΕΛΥΤΗΣ

Έχει τον καιρό ν' ακολουθήσει η πραγματικότητα. Προηγουμένως, είναι ανάγκη να πλασθεί απ' την σκέψη. Μια σκέψη που αν τη σπάσεις, η χούφτα σου θα γεμίσει από σπόρια συγκινήσεων, ευαισθησιών, ανατάσεων, δακρύων.

ΣΕΛΛΕΫ

Το ποίημα είναι καθολικό, εμπεριέχει το σπέρμα μιας αναλογίας, προς κάθε τι που είναι δυνατόν να υπάρξει, σε όλες τις πιθανές παραλλαγές της ανθρώπινης φύσης.

ΕΛΥΤΗΣ

Ένα ποίημα όπως το νοούμε σήμερα... ξεπερνάει τη ζωή... παρουσιάζει δηλαδή πολύ περισσότερες αναλογίες με ένα οποιοδήποτε φυσικό φαινόμενο.

ΣΕΛΛΕΫ

Ένας άλλος καθρέφτης ικανός να ξανακάνει ωραίο εκείνο που έχει φθαρεί, είναι η ποίηση.

ΕΛΥΤΗΣ

Το ωραίον και η «αλήθεια» γίνεται να διαρκούν και να παραμένουν αναλλοίωτα μόνο μέσ' από τη μαγεία, που είναι η τέχνη του μεταμορφώνεσθαι.

ΣΕΛΛΕΫ

Η ποίηση αφαιρεί απ' τα πράγματα το πέπλο της συνήθειας. Αποκαλύπτει την κρυμμένη τους ομορφιά· που αυτή είναι η απώτατη ουσία του κόσμου.

ΕΛΥΤΗΣ

Έχει πάντα περισσότερα να μας πει ένα παρθένο μάτι που μόλις επέστρεψε από τον γύρο των γνωστών μας πραγμάτων.

ΣΕΛΛΕΫ

Για να είναι κανείς αγαθός με τη βαθύτερη έννοια, θα πρέπει να μπορεί να φαντάζεται με ένταση και πληρότητα.

ΕΛΥΤΗΣ

Είναι μάλιστα αυτή η εξαγνιστική δύναμη της τέχνης που τονώνει τόσο την πίστη μας στον ηθικό της προορισμό.

ΣΕΛΛΕΫ

Η ποίηση δρα επί της αιτίας... Γιατί η ποίηση είναι το σπαθί της αστραπής που δεν μπαίνει ποτέ στη θήκη.

ΕΛΥΤΗΣ

Η ποίηση έπρεπε να εκφράζει την αιχμή, ν' αποτελεί ένα είδος προκεχωρημένο φυλάκιο μέσα στην ανεξερεύνητη περιοχή της ζωής, να προηγείται από τις άλλες τέχνες στην αποτύπωση της ευαισθησίας.

ΣΕΛΛΕΫ

Η ποίηση από το ένα μέρος και το συμφέρον του ατόμου από το άλλο, είναι ο Θεός και ο Διάβολος του κόσμου.

ΕΛΥΤΗΣ

[Εκείνο που πρέπει να γίνεται] είναι η αντιδουλικότητα, η αδιαλλαξία, η ανεξαρτησία. Η Ποίηση είναι το άλλο πρόσωπο της Υπερηφάνειας.

ΣΕΛΛΕΫ

Γιατί η ποίηση είναι η τελεία και ακριβής στιγμή, ο ροδαμός των πραγμάτων.

ΕΛΥΤΗΣ

Γιατί η ακριβής στιγμή είναι η δικαιοσύνη και τίποτε άλλο.

[...]



Shelley Percy Bysshe
Υπεράσπιση της Ποίησης
Απόδοση Ιουλίτα Ηλιοπούλου
Εκδόσεις: Ύψιλον/Βιβλία