Τρίτη 7 Ιουλίου 2009

Xuan Bello: Το σούρουπο έφερε μοναξιά, παλιούς ξαναδιαβασμένους στίχους με πάθος πια προσποιητό. Μουχλιασμένους στίχους παλιούς που επαναλαμβάνω εδώ..


ΜΙΣΟΤΕΛΕΙΩΜΕΝΟ ΠΟΙΗΜΑ

Εγώ, που δεν πιστεύω πια σε ό,τι γράφω,
που λέω ψέματα όταν μιλώ για την απόχρωση
αυτών που έχουν σημασία, εγώ, στα εικοσικαιβάλε
χρόνια της ζωής μου, στο Οβιέδο, δηλώνω
πως δίκιο έχουν τα πράγματα που ξεφεύγουν,
ο καπνός του τσιγάρου, ο αέρας που αναπνέω,
η ζωή που μου φεύγει μέσα απ’ τα χέρια
σα νερό σε πανέρι.
Εγώ, που κρυώνω απόψε
και μαντεύω εκεί μακριά, απομονωμένο,
το φως σ’ ένα παράθυρο κάποιας που δεν με περιμένει,
εγώ, που έκανα όλα όσα ήθελα,
και έκανα όλα όσα δεν ήθελα,
εγώ έχω για προορισμό μου το άγνωστο
και για παρελθόν τη νοσταλγία
όσων δεν έζησα.
Σιωπηλά έφερα τη σκέψη μου στη σιωπή.
Την επίφοβη και σκεφτική σιωπή, αμείλικτη
όταν κάποιος περιμένει μια λέξη από μένα
(εγώ δε σκέφτομαι τίποτα, κοιτώ το ταβάνι, αποκοιμιέμαι
και ονειρεύομαι τις απίθανες ζωές που διαισθάνομαι).
Σιωπηλά έφερα τη σκέψη μου σε σένα και στη ζωή μου
σε σένα, γιατί σε χάνω και τραγουδώ
εκείνο που πρόσμενα να έχω και δεν έχω.
Το ξέρω εγώ το φως σε ένα παράθυρο, τη νύχτα,
και το πλάσμα που βρίσκει απάγκιο στο φως αυτό, γλυκό
και ξανθό σαν το φως του ήλιου στο σιτάρι.
Την ξέρω εγώ τη δειλία που φέρνουν τα χρόνια
και το πόδι που σκοντάφτει στα χαλιά
και το ον που άστοχα, άκαιρα, μπαίνει εντός μου
και δε θέλει πια να βγει ποτέ. Εγώ, ο Ζουάν Μπέγιο,
που έχω περάσει τη ζωή μου διαβάζοντας βιβλία
που θέλησα να ζήσω απ’ αυτή την πλευρά του καθρέφτη
(εδώ πια ζωή δεν υπήρχε),
εγώ, που γνωρίζω τη θάλασσα απ’ αυτά που γράφω,
και το φως της ημέρας απ’ αυτά που έχουν γράψει άλλοι,
εγώ υπήρξα ευτυχής και υπήρξα δυστυχής, με αγάπησαν και
αγάπησα
και έναν έρωτα που πλέκει μεταξύ τους ματιές με έννοιες.
Περπατώ στο δρόμο και κοιτώ τα πρόσωπα του κόσμου.
Τα πρωινά, στα μικρομάγαζα του Pumarín
(όπου μπορείς να αλλάξεις δυο κουβέντες για ένα σκόντο
πέντε τοις εκατό)
μίλησα όλο ευγένεια, καλούς τρόπους, ζήτησα να μην είναι
επώδυνη η ζωή.
Όμως το σούρουπο μπήκε καλπάζοντας στη ζωή μου
σα γέρικο άλογο που τρέχει για να μη σταματήσει,
το σούρουπο μπήκε με γκρίζα φώτα και δίχως ψιχάλα.
Το σούρουπο έφερε μοναξιά, παλιούς ξαναδιαβασμένους
στίχους
με πάθος πια προσποιητό. Μουχλιασμένους στίχους παλιούς
που επαναλαμβάνω εδώ
προσποιούμενος πάθος, προσποιούμενος έρωτα,
προσποιούμενος πως είμαι
τα λόγια που λέω.
Υπήρξαν πλοία που είδα στο λιμάνι χωρίς ποτέ να
επιβιβαστώ.
Υπήρξαν έρημοι που διέσχισα, στους χάρτες, με το δάχτυλο.
Υπήρξαν γυναίκες που αγάπησα, με έναν έρωτα βουβό,
και που συνέχισαν να τραβούν το δρόμο τους,
δίχως να με δουν

Η ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ

Είμαι το απόγεμα εκείνο ανάμεσα σε πολλά απογέματα,
εκείνο που κρύβει από την παιδική ηλικία
ένα λαβύρινθο από βροχή και ήλιο.
Είμαι η σιωπή μιας κάμαρης,
εδώ και χρόνια, όπου γράφω ανώφελα.
Είμαι όλες οι μέρες που πέρασα προσμένοντας
μακριά, πολύ μακριά απ’ τη θάλασσα.
Είμαι το ξερό φύλλο που εγώ ο ίδιος μάζεψα,
εκείνο που μετά λησμόνησα,
ανάμεσα στις σελίδες ενός άγραφου βιβλίου.
Είμαι κάποιοι στίχοι του Ζεράρ ντε Νερβάλ,
δικαιολογία σήμερα για τη ζωή μου.
Είμαι το ρόδο που μούσκεψε η βροχή,
μυστικό κι εφήμερο, απόμακρο.
Είμαι η φωνή του ποταμού, κρυμμένη
πίσω από τις φλαμουριές της παιδικής ηλικίας.
Είμαι η ματιά, τρομερή και ξένη,
του Βίνσεντ βαν Γκογκ.
Είμαι τα πράγματα που φεύγουν,
αυτά που δε μένουν.
Είμαι, φευγαλέα, οι στίχοι ετούτοι.
Κι είμαι και εσύ κι εκείνος ο τρίτος
που θα διορθώνει αύριο τούτους τους στίχους.
Είμαι το συμβολικό και θλιμμένο αυτό απόγεμα,
αυτό που για πάντα φυλάει
τη νύχτα στο σπίτι.

Xuan Bello
Μετ. Νίκος Πρατσίνης

Ο Ζουάν Μπέγιο γεννήθηκε στο Πανιθέιρος (Τινέο, Αστούριας) το 1965. Διέμεινε μεγάλο χρονικό διάστημα της παιδικής του ηλικίας στην Τουδέλα Βεγίν ενώ, έφηβος πλέον, έφυγε πηγαίνοντας να ζήσει στο Οβιέδο στου οποίου το πανεπιστήμιο παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας. Το 1982 δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο με ποιήματα, με τον τίτλο Nel cuartu mariellu, το οποίο είχε συγγράψει σε ηλικία 16 ετών. Από τότε δεν έπαψε να δημιουργεί ένα πολύπλευρο λογοτεχνικό έργο στο χώρο της ποίησης, του δοκιμίου, της πεζογραφίας και της δημοσιογραφίας. Υπήρξε συνιδρυτής κάποιων αστουριανικών λογοτεχνικών περιοδικών, όπως το Andréi και το Zimbru, καθώς και συνεργάτης του Lletres asturianes και του Clarín. Ανήκει στη λεγόμενη «δεύτερη γενιά του Surdimientu» (δηλ. της δεύτερης «βουβής» μεταπολεμικής -λόγω φρανκισμού- γενιάς, στμ.) και υπήρξε ενεργό μέλος της λογοτεχνικής ομάδας Óliver. Είναι συντάκτης του εβδομαδιαίου φύλλου Les noticies, στο οποίο τακτικά δημοσιεύει άρθρα. Ο Ζουάν Μπέγιο είναι, χωρίς αμφιβολία, από τους πλέον σημαίνοντες συγγραφείς στην αστουριανή γλώσσα, καθώς και ο συγγραφέας που έχει επιτύχει την περισσότερη προβολή σε ολόκληρη την Ισπανία, με αξιοσημείωτες επιτυχίες, στο κοινό και την κριτική, με βιβλία όπως το Historia universal de Paniceiros και το Los cuarteles de la memoria, τα οποία έχει ο ίδος μεταφράσει στα καστιλιάνικα και συγκεντρώσει στην έκδοση με τον τίτλο Paniceiros (2004).


Πηγή: Instituto Cervantes de Atenas

24 σχόλια:

ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ είπε...

ομορφη ποιηση!
αυτό ακριβως: ΠΟΙΗΣΗ..
με παει λιγο προς Νερουντα μερια αλλα και όχι..
εχει άλλον στοχασμο και μια υπερασπιση του πικραμενου εγω που αναγκαζεται βασανιστικα να γραψει..
γεια σου Μαριάννα!

μαριάννα είπε...

ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ

Γεια σου Στρατή μου. Ακριβώς έτσι την εισπράττω κι εγώ. Πικρή ποίηση.
Γράφει δε στην τοπική γλώσσα της ιδιαίτερης πατρίδας του, γλώσσα πανέμορφη και μάλιστα έχει συμβάλλει τα μέγιστα στη διατήρησή της.

Να 'σαι καλά!

Vicky Papaprodromou είπε...

Λοιπόν, το «Μισοτελειωμένο ποίημα» μ' αρέσει πάρα πολύ. Σπάνια μ' αρέσει τόσο ένα βιωματικό ποίημα, αλλά τούτο εδώ είναι πραγματικά ξεχωριστό.

Μπράβο στον Μπέγιο, γιατί είναι πολύ νέος ακόμα, αλλά δείχνει με την ποίησή του πως είναι ένας βαθύτατα στοχαστικός άνθρωπος.

Μπράβο και σ' εσένα για την επιλογή των ποιημάτων του, Μαριάννα! Και το δεύτερο είναι καλό ποίημα, αλλά το πρώτο πράγματι με εντυπωσίασε.

μαριάννα είπε...

Συμφωνώ. Πραγματικά υπέροχο. Αυτό το είδος ποίησης είναι που λατρεύω κυριολεκτικά. Και το έχουν σχεδόν όλοι οι σύγχρονοι ισπανόφωνοι. Λες και είναι σχολή... Ή μπορεί και να είναι. Πάντως λίγοι δικοί μας, σύγχρονοι, το πετυχαίνουν. Θύματα της γενικότερης ελληνικής κουλτούρας, που υπαγορεύει εντυπωσιασμό και υπερπαραγωγή(κυριολεκτικά και μεταφορικά)! Λέξεων δυσνόητων, άγριων, πικρών, μαύρων, ματωμένων, πληγωμένων, εξορυγμένων σπλάχνων και σε μια γωνιά η μάνα τους και δε συμμαζεύεται.
Αρνούνται να δουν πως το μεγαλείο είναι στην απλότητα του λόγου. Και όχι στην φανφάρα(του κινηματογραφικού ποιητή Φανφάρα).:)

Vicky Papaprodromou είπε...

Συμφωνώ. Έχω μεγάλο πρόβλημα με 5-6 μεγάλα (εννοώ γνωστά) ονόματα της σύγχρονης ελληνικής ποίησης εκεί στην Αθήνα που γράφουν έτσι περίεργα όπως λες. Να σημειώσουμε ότι πιστεύω σ' αυτούς και στο ταλέντο τους. Είναι όλοι τους καλοί ποιητές, αλλά υπερτιμημένοι λόγω της βαβούρας που γίνεται για το στιλ των διατυπώσεών τους. Κοινώς, τους προβάλλουν πιο πολύ απ' όσο αξίζουν, αλλά αυτό δεν μπορεί να τους κάνει καλύτερους ποιητές.

Ξέρεις τι έπαθα πριν κάνα τρίμηνο; Μια Κυριακή πρωί είπα να ξεφύγω λίγο απ' τους Θεσσαλονικιούς, μάζεψα γύρω μου καμιά 50αριά συλλογές «νότιων» (όλοι τους ανήκουν στις γενιές από του '70 και μετά και όλοι τους είναι πασίγνωστοι) και με χαρά άνοιξα το πρώτο βιβλίο μερακλωμένη. Αυτό έγινε γύρω στις 11. Στη 1 δάγκωνα άνθρωπο, είχα δημοσιεύσει το πολύ 3 σχετικά μέτρια ποιήματα, είχα εκνευριστεί από την επιλογή λέξεων και το υφάκι της γραφής (όλοι με τον ίδιο τρόπο γράφανε) και η στοίβα χαμήλωνε από το δεξί μου χέρι και μεγάλωνε από το αριστερό με ταχύ ρυθμό. Η αλήθεια είναι ότι πολύ απογοητεύτηκα.

Ενώ τα δύο ποιήματα του Μπέγιο που διάβασα εδώ σ' εσένα χτες είναι καλύτερα από όλα αυτά των 50 συλλογών που σου ανέφερα νωρίτερα. Ελπίζω όλο το έως τώρα έργο του να είναι στο επίπεδο αυτό. Αν είναι, μπράβο του.

Ελένη Μπέη είπε...

Αχ, τι υπέροχος!

Ειδικά το πρώτο του με πήγε πίσω μερικά χρόνια, όταν ένιωθα ακριβώς έτσι. Για μια στιγμή αισθάνθηκα πως ήταν εκ μέρους μου που έγραφε. Κι είναι δυο χρόνια μικρότερός μου.

Πολύ χαίρομαι, Μαριάννα, που ανεβάζεις Ισπανόφωνη ποίηση. Όσο να 'ναι έχω ένα κόλλημα μαζί της και πολύ λυπάμαι που δεν πήγα εγκαίρως να μάθω ισπανικά. Αλλά ποτέ δεν είν' αργά, έτσι δε λένε;

Καλό σου βράδυ!

μαριάννα είπε...

Βίκυ Παπαπροδρόμου:
...Ενώ τα δύο ποιήματα του Μπέγιο που διάβασα εδώ σ' εσένα χτες είναι καλύτερα από όλα αυτά των 50 συλλογών που σου ανέφερα νωρίτερα. Ελπίζω όλο το έως τώρα έργο του να είναι στο επίπεδο αυτό. Αν είναι, μπράβο του.
****************************

Ότι έχω διαβάσει δικό του είναι έτσι ακριβώς. Και κάπως έτσι είναι το μεγαλύτερο μέρος της ισπανόφωνης ποίησης, γι αυτό και το αγαπώ πολύ.

μαριάννα είπε...

Νερένια

Αυτό που μου αρέσει στους σύγχρονους ποιητές, είναι αυτό που γράφεις. Το ότι αναγνωρίζουμε τη ζωή μας και τον εαυτό μας στα ποιήματά τους.
Όπως έγραψα και στη Βίκυ, είναι αυτό που με μάγεψε στην ισπανόφωνη ποίηση.
Το ότι λείπει από αυτήν ο ποιητής Φανφάρας και ότι στη θέση του είναι ο ποιητής-άνθρωπος καθημερινός, με αδυναμίες που δεν ντρέπεται να ομολογεί, με αποτυχίες που δεν φοβάται, με εξομολογήσεις που θα μπορούσαν να είναι και δικές μας. Με λόγο απλό, και κατανοητό, αφκιασίδωτο και ανεπιτήδευτο.
Φυσικά και ποτέ δεν είναι αργά για ν' αρχίσεις μια ξένη γλώσσα. Πόσο μάλλον ισπανικά που μαθαίνονται εύκολα.
Ξεκίνα... Κι ότι χρειαστείς στη διάθεσή σου. ;)

Καλό ξημέρωμα!

Vicky Papaprodromou είπε...

Επειδή εγώ βαριέμαι να μάθω Ισπανικά, προτιμώ να μας μεταφράσει κι άλλα ποιήματα του Μπέγιο η Μαριάννα. :-)

μαριάννα είπε...

Βίκυ Παπαπροδρόμου

Με μεγάλη μου χαρά να μεταφράσω ότι σας αρέσει, μετά τον Οκτώβρη όμως. Να τελειώσω κάτι που ετοιμάζω. ;)
Αλλά δε μου λες κοπελιά, όταν θα κανονίσουμε να πάμε Ισπανία ταξιδάκι, πώς σκοπεύεις να συνεννοείσαι με τους ωραίους τορέρος; ;)

Φιλιά!

Vicky Papaprodromou είπε...

Καλά, δεν φοβάσαι μήπως με βάλει στο μάτι κάνας ταύρος και δεν προλάβουν να με προστατέψουν οι ωραίοι τορέρος; Αγγλικά δεν ξέρουν αυτοί; [Όχι οι ταύροι...]

μαριάννα είπε...

Να σε βάλει στο μάτι τορέρο και να μην μπορεί ο ταύρος να κάνει κάτι, είναι πολύ πιθανό. Το αντίθετο, χλωμό. Οι ταύροι δεν είναι επιθετικοί.
Όντως δεν μιλάνε καθόλου αγγλικά οι ορίτζιναλ σπανιόλοι. Κάτι μπασταρδεμένοι μόνο, μιλάνε κουτσοαγγλικά της πλάκας. Αν και, όταν ακούσεις γοητευτικό Ισπανό να σε φλερτάρει στα ισπανικά, θα μάθεις οπωσδήποτε τη γλώσσα σε χρόνο μηδέν.
Είναι πολύ φλογερή γλώσσα και πολύ γοητευτική ράτσα οι Μπαντέρες! ;)

Vicky Papaprodromou είπε...

Ε, τότε, φύγαμε κι όποιον πάρει ο χάρος - τορέρος και ταύρος αδιακρίτως. :-)

Μα, τι κορίτσια είμαστ' εμείς!

μαριάννα είπε...

Μα, τι κορίτσια είμαστ' εμείς!




Για σπίτι! :))))))

Vicky Papaprodromou είπε...

Αυτό είναι το μόνο σίγουρο, αστέρι μου! Φαντάζομαι ότι μας το αναγνωρίζουν εχθροί και φίλοι...

μαριάννα είπε...

Αλήθεια είναι... αν και δεν ξέρω αν είναι για καλό. Αφού: Η γυναίκα η λωλή έχει την τύχη την καλή!

Vicky Papaprodromou είπε...

Αυτό μη μου το θυμίζεις, μάτια μου. Εμείς ατυχήσαμε. Άρα...

μαριάννα είπε...

Άρα... οι λωλές είν' τυχερές νοικοκυρές. :)))

Vicky Papaprodromou είπε...

Ακριβώς. Δεν μου λες; Πού αγοράζουν λωλαμάρα να πάμε να πάρουμε κάνα σακί; Ή δεν θα μας φτάσει ένα;

μαριάννα είπε...

Γιατίιιιι; Να γίνουμε νοικοκυρές; Μια χαρά δεν είμαστε έτσι; Προτιμούσες τώρα να σιδέρωνες; :)))

Vicky Papaprodromou είπε...

Το σιδέρωμα δεν με πειράζει. Άλλα θα μου φταίγανε, οπότε έχεις δίκιο.

Τώρα που το θυμήθηκα: εσύ δεν ήταν να λείπεις αυτές τις μέρες;

μαριάννα είπε...

Ναι, ήταν να λείπω, αλλά τα μποφόρ στην Τζια, με ανέστειλαν. Εκεί που πάω, δεν θα έκανα μπάνιο, οπότε δεν υπήρχε λόγος. Θα φύγω μόλις κοπάσει...

Vicky Papaprodromou είπε...

Α, ωραία. Είπα κι εγώ.

Λέω να πάω για ύπνο.

Φιλιά πολλά, κουκλί μου, και καλό μας ξημέρωμα!

μαριάννα είπε...

Όνειρα γλυκά κοριτσάρα μου!
Καλό ξημέρωμα!

Φιλάκια!